διαβιβάζω τους αδελφικούς χαιρετισμούς των μελών του Συνδέσμου αλλά και ταυτόχρονα τις σοβαρές μας ανησυχίες σε σχέση με τις πρόνοιες της πιο πάνω νομοθεσίας που έχει πρόσφατα ψηφιστεί από τη Βουλή των Ελλήνων και αφορούν την παρακράτηση φόρου 26% στις συναλλαγές που έχουν οι επιχειρήσεις με κράτη που θεωρούνται «μη συνεργάσιμα φορολογικά» ή έχουν «προνομιακό φορολογικό καθεστώς».
Έχουμε την έντονη άποψη πως η διάταξη αυτή αδικεί κατάφορα τις εγκατεστημένες στην Κύπρο εμπορικές εταιρείες. Παρατηρούμε επίσης μετά λύπης μας ότι η διάταξη αυτή αποτελεί συνέχεια στη σειρά διατάξεων που έχουν διαχρονικά υιοθετηθεί από Ελληνικές κυβερνήσεις σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής οι οποίες έχουν αποτύχει μεν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα για το οποίο ψηφίστηκαν ενώ αντίθετα έχουν λειτουργήσει αποτρεπτικά στην είσοδο στην Ελληνική αγορά, εταιρειών με έδρα την Κύπρο. Σημειώνουμε ότι πολλές από τις εταιρείες αυτές έχουν έντονη διεθνή δραστηριότητα με πολλές επενδύσεις και πολυάριθμο προσωπικό, πλην όμως αντιμετωπίζονται αδίκως από τις Ελληνικές αρχές ως κατά τεκμήριο οχήματα φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής.
Πιστεύουμε ακράδαντα πως υπάρχουν άλλοι τρόποι για πάταξη του φαινομένου της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής χωρίς να περιορίζεται η δραστηριότητα οργανωμένων επιχειρήσεων με έδρα την Κύπρο, στην Ελλάδα. Με τη νέα αυτή διάταξη αντιμετωπίζονται πλέον ως «ύποπτες» όλες ανεξαιρέτως οι συναλλαγές με Κυπριακές εταιρείες και οι δαπάνες των εγκατεστημένων στην Ελλάδα εταιρειών που αφορούν συναλλαγές με τις Κυπριακές εταιρείες αντιμετωπίζονται ως δυνητική φοροδιαφυγή ή φοροαποφυγή.
Γνωρίζουμε ότι η διάταξη προνοεί πως ο φόρος θα επιστρέφεται σε διάστημα τριών μηνών, εφόσον η επιχείρηση αποδείξει στη φορολογική διοίκηση ότι η συναλλαγή είναι πραγματική καθώς και τη δήλωση σας στη Βουλή ότι το επίμαχο άρθρο 21 δεν αποσύρεται αλλά γίνεται πρόβλεψη όπως στις υποθέσεις στις οποίες εκ των εγγράφων προκύπτει αυταπόδεικτα η νομιμότητα της συναλλαγής να παρέχεται η δυνατότητα κατευθείαν απαλλαγής από την υποχρέωση καταβολής του φόρου. Αυτό όμως δημιουργεί ασάφεια, γραφειοκρατία και βραχυκυκλώσεις ενώ αν επίσης λάβουμε υπόψη και τις παρούσες συνθήκες έχουμε πολλές επιφυλάξεις κατά πόσον τα παρακρατούμενα ποσά θα επιστρέφονται σε εύλογο χρόνο ή ακόμα και κατά πόσον η φορολογία πρωτίστως δεν θα επιβάλλεται.
Η Ελλάδα έχει την πρώτη θέση σαν εξαγωγέας προς την Κύπρο με ποσοστό 24% του όλου όγκου εισαγωγών και 1.207 δις ευρώ για την περίοδο Ιανουαρίου–Δεκεμβρίου 2014. Παρά το μικρό της μέγεθος η Κύπρος είναι ο πέμπτος εξαγωγικός προορισμός για την Ελλάδα. Οι κυπριακές εξαγωγές στην Ελλάδα για την ίδια περίοδο ανέρχονταν σε 220 εκ. ευρώ δημιουργώντας ένα αρνητικό ισοζύγιο 987 εκ. ευρώ. Οι επισκέψεις από Κύπρο προς Ελλάδα κατά το 2014 ήταν 451,780 καθιστώντας την Ελλάδα τον πρώτο προορισμό για την Κύπρο ενώ οι επισκέψεις από την Ελλάδα προς την Κύπρο ήταν 100,955.
Όπως φαίνεται από τα πιο πάνω στοιχεία η Κύπρος συνεισφέρει σημαντικά στην Ελληνική οικονομία και είναι άδικο οι ήδη χαμηλές εξαγωγές προς Ελλάδα σε σύγκριση με τις εισαγωγές να περιοριστούν ακόμη περισσότερο λόγω της νέας φορολογίας
Σαν Επιχειρηματικός Σύνδεσμος Κύπρου – Ελλάδος έχουμε προβεί σε αρκετές ενέργειες για να προωθήσουμε την Ελληνική τουριστική αγορά στην Κύπρο, όπως οι εκστρατείες μας «ΠΑΜΕ ΕΛΛΑΔΑ». Έχουμε επίσης διενεργήσει εκστρατείες προώθησης Κυπριακών και Ελληνικών προϊόντων θεωρώντας και τα δυο σαν «Δικά μας Προϊόντα». Οι άρρηκτοι δεσμοί μεταξύ Κύπρου-Ελλάδος και τα έντονα συναισθήματα των Ελλήνων της Κύπρου προς τη Μητροπολιτική Ελλάδα είναι οι κύριοι παράγοντες για την μεγάλη απήχηση στις προσπάθειες μας, με συνέπεια το μεγάλο ρεύμα επισκέψεων προς την Ελλάδα αλλά και των υψηλών εισαγωγών Ελληνικών προϊόντων στην Κύπρο. Είναι γι’ αυτούς του λόγους που νοιώθουμε έντονα σαν Σύνδεσμος να μπαίνουν στην ίδια μοίρα τα μέλη μας με επιχειρηματίες από την Αλβανία και τα Σκόπια.
Ζητούμε ως εκ τούτου την άμεση παρέμβαση σας και γενικότερα την παρέμβαση της Ελληνικής κυβέρνησης έτσι που να μην επιβαρυνθούν περισσότερο οι συναλλαγές μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας ιδιαίτερα σε μια περίοδο σοβαρής οικονομικής κρίσης που διέρχονται και τα δύο αδελφικά κράτη όπου αντίθετα οι συναλλαγές μεταξύ Κυπριακών και Ελληνικών επιχειρήσεων πρέπει να ενθαρρύνονται και ενισχύονται (χωρίς βέβαια να ενθαρρύνεται ή και να προστατεύεται η φοροδιαφυγή/φοροαποφυγή) όπως εξάλλου είναι και η βασική διαχρονική επιδίωξη του Συνδέσμου μας.